Ανάδοχοι Εκπαιδευτικοί Ασυνόδευτων Ανήλικων Προσφύγων «Refugeducare»: Όλοι είμαστε υπεύθυνοι, για να πηγαίνουν όλα τα παιδιά στο σχολείο

Με τα πρώτα ελληνικά που έμαθε, ζωγράφισε μια καρδιά κι έγραψε μέσα τη λέξη «Μαμά». Ένα από τα παιδιά αυτά, τα οποία μπαίνουν σε μια φουσκωτή βάρκα και ταξιδεύουν μέρες ολόκληρες στα αφρισμένα νερά της θάλασσας, πολλές φορές με κόστος την ίδια τους τη ζωή. Με τα λιγοστά υπάρχοντά τους στο σακίδιό τους βιάζονται να ξεφύγουν από τον πόλεμο, τη φτώχεια και τις κακουχίες.

Παιδιά από τη Συρία, το Πακιστάν, το Ιράκ, το Αφγανιστάν αιτούνται άσυλο σε χώρες υποδοχής, όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία και ανάμεσά τους και η Ελλάδα. Σύμφωνα με τη «Unicef», εκτιμάται ότι 44.500 παιδιά πρόσφυγες και μετανάστες βρίσκονται σήμερα στη χώρα μας, εκ των οποίων πάνω από 4.000 είναι ασυνόδευτα, ενώ όπως τονίζει η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, το 48% των παιδιών προσφύγων σχολικής ηλικίας βρίσκονται εκτός σχολείου.

Το 2018 ιδρύθηκε στην Ελλάδα μια ομάδα εθελοντών ανάδοχων εκπαιδευτικών, η «Refugeducare» με σκοπό να βοηθήσει αυτά τα παιδιά να έχουν μια ομαλή ένταξη στο σχολείο, ξεκινώντας να κάνουν ξανά όνειρα. Η Όλγα Καλομενίδου είναι μία εξ αυτών των σπουδαίων εκπαιδευτικών, και με αφορμή τη συμμετοχή της στο ντοκιμαντέρ «Η Αγάπη είναι η πιο όμορφη λέξη στα Ελληνικά», που πήρε μέρος πριν από λίγο καιρό, στο 24ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, μού μίλησε για όλες τις πτυχές της πολύπλευρης και συγκινητικής δράσης τους.


Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά

Μαζί με άλλους συναδέλφους σας ιδρύσατε το 2018 την ομάδα των εθελοντών ανάδοχων εκπαιδευτικών. Πώς γεννήθηκε αυτή η ιδέα και με ποιο σκοπό;

Η συγκεκριμένη ιδέα γεννήθηκε μέσα από ένα θερινό σχολείο, που κάναμε εκείνη τη χρονιά σε έναν ξενώνα ασυνόδευτων παιδιών. Σκοπός ήταν να τα προετοιμάσουμε για να πάνε στο σχολείο το Σεπτέμβριο λίγο πιο προετοιμασμένα. Η ιδέα, λοιπόν ότι κάποιος από εμάς θα αναλάβει για κάποια παιδιά την ευθύνη της φοίτησής τους στο σχολείο θεωρήσαμε ότι θα είναι βοηθητική για τον ξενώνα, που έχει παράλληλα να κάνει πολλά άλλα πράγματα.

Έτσι, θα γινόμασταν κι εμείς ανάδοχοι των παιδιών, όχι όμως με την έννοια της αναδοχής που ξέραμε μέχρι εκείνη τη στιγμή, αλλά ανάδοχοι μόνο στο κομμάτι της εκπαίδευσης. Στόχος ήταν επίσης να περιοριστεί η σχολική διαρροή που βλέπαμε ότι είναι πάρα πολύ μεγάλη.

Πόσοι είναι οι ανάδοχοι εκπαιδευτικοί μέχρι σήμερα και πώς μπορεί κάποιος να ενταχθεί στην ομάδα;

Έχουμε μια λίστα αλληλογραφίας, την οποία αυτήν τη στιγμή την παρακολουθούν περίπου 120 συνάδελφοι, για να ενημερώνονται και να έχουμε μεταξύ μας ένα δίκτυο υποστηρικτικό. Να μοιραζόμαστε, δηλαδή καλές πρακτικές και πληροφορίες, να ενημερωνόμαστε για το πώς πάνε τα πράγματα σε όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας και ό,τι προβλήματα προκύπτουν να μπορούμε να τα λύνουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Από αυτούς, οι 60 έχουν αναλάβει και έχουν κάνει κατά καιρούς μαθήματα σε ασυνόδευτα παιδιά.

Βέβαια, επειδή είναι πάρα πολύ δύσκολος αυτός ο ρόλος, εννοείται ότι πολλοί ανάδοχοι μπορεί να το αναλάβουν όλο αυτό για μία χρονιά και την επόμενη να μην έχουν το χρόνο, το κουράγιο ή τη διάθεση να το κάνουν για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Οπότε πολλοί από τους αναδόχους μπορεί να μην προσφέρουν συνεχόμενα μαθήματα στην ομάδα χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι απομακρύνονται και ότι δεν παραμένουν μέλη της.

«Ο αποκλεισμός των παιδιών από το αγαθό της εκπαίδευσης τα οδηγεί μοιραία στο κοινωνικό περιθώριο», έχετε δηλώσει.  Τι βήματα έχουν ήδη γίνει για την προώθηση της ένταξης των ασυνόδευτων προσφύγων στα σχολεία της χώρας και τι ρόλο έχει διαδραματίσει σε αυτό το κράτος;

Θεωρώ ότι το κράτος από το 2006 που δημιούργησε το θεσμό των συντονιστών εκπαίδευσης προσφύγων, προσπάθησε καταρχήν να βοηθήσει στην εγγραφή των παιδιών, το οποίο όσο παράξενο κι αν φαίνεται, δεν ήταν αυτονόητο εκείνο τον καιρό. Παρ’όλο που το θεσμικό πλαίσιο το επέτρεπε -δηλαδή σύμφωνα με το νόμο μπορούσε οποιοδήποτε παιδί πρόσφυγας να γραφτεί σε οποιοδήποτε σχολείο επέλεγαν οι γονείς του ή οι κηδεμόνες του με ελλιπή δικαιολογητικά- αυτό υπήρξε πάρα πολύ δύσκολο. Έτσι, λοιπόν οι συντονιστές εκπαίδευσης προσφύγων βοήθησαν εκείνη την περίοδο ώστε να γίνονται οι εγγραφές στα σχολεία.

Βέβαια, στην πορεία αποδείχθηκε ότι όσο δύσκολο κι αν ήταν να επιτευχθεί η καθολική εγγραφή των παιδιών στα σχολεία, τελικά αυτό ήταν το πιο εύκολο κομμάτι, γιατί τελικά η δυσκολία δεν ήταν να γραφτούν, αλλά να φοιτήσουν, να παρακολουθήσουν και να μπορέσουν πραγματικά να ενταχθούν, να γίνουν μέρος και κομμάτι του σχολείου, να πάνε στην επόμενη τάξη και να τελειώσουν το σχολείο. Αυτό φαίνεται ακόμα για τα περισσότερα παιδιά ακατόρθωτο και δεν μπορώ να πω πως έχουν γίνει ουσιαστικά βήματα προς αυτήν την πορεία.

Είμαστε όμως σε ένα δρόμο που ελπίζουμε να οδηγήσει σιγά-σιγά και προς τα εκεί…

Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις για τους εκπαιδευτικούς που αναλαμβάνουν ένα τόσο απαιτητικό έργο;

Κατά τη γνώμη μου μεγαλύτερη πρόκληση για τους εκπαιδευτικούς είναι οι βασικές προκαταλήψεις που υπάρχουν, όπως γα παράδειγμα το ότι αυτά τα παιδιά θα φύγουν ή ότι δεν έχουν καθόλου προηγούμενη φοίτηση σε σχολείο, δεν ενδιαφέρονται ή ότι τα εμποδίζει η θρησκεία τους.

Βέβαια η μεγαλύτερη προκατάληψη είναι ότι αυτά τα παιδιά δεν μπορούν να γραφτούν και να φοιτήσουν στο σχολείο γιατί δεν ξέρουν ελληνικά και αυτή δυστυχώς είναι μια πάρα πολύ διαδεδομένη θέση. Όχι βέβαια ότι δεν υπάρχει βάση σε όλα αυτά, που λένε οι συνάδελφοι εκπαιδευτικοί και αντιλαμβάνομαι ότι είναι ιδιαίτερα δύσκολο το έργο τους, το να εντάξουν αυτά τα παιδιά στο σχολείο.

Παρ’όλα αυτά όμως, επειδή το έχουμε ξανακάνει παλαιότερα με τα παιδιά που έρχονταν από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και από την Αλβανία, που επίσης δεν μιλούσαν ελληνικά, θεωρούσα ότι αυτό ήταν αυτονόητο ότι είναι εφικτό να υλοποιηθεί. Πολύ δύσκολα και με μεγάλη προσπάθεια μεν, αλλά γίνεται. Δεν είναι η γλώσσα κάτι το οποίο απαγορεύει την ένταξη. Μπορεί να είναι κάτι το οποίο την δυσκολεύει και χρειάζεται να βρούμε άλλους τρόπους και άλλα εργαλεία για να επιτευχθεί αλλά δεν είναι ο καθοριστικός παράγοντας.

Οπότε, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να ξεπεράσουμε τις παγιωμένες απόψεις που έχουμε. Αν, και όσοι μπορέσουμε να τις ξεπεράσουμε, θα βοηθήσουμε πολύ καλύτερα, σε κάτι που επαναλαμβάνω ότι αντιλαμβάνομαι πως είναι εξαιρετικά δύσκολο, καθώς δεν έχουμε ως εκπαιδευτικοί τη στήριξη που θα περιμέναμε να έχουμε. Η εκπαίδευση αυτήν τη στιγμή πέρα από το προσφυγικό περνάει κρίση σε όλα τα επίπεδα και ο εκπαιδευτικός βρίσκεται μέσα σε μία δίνη προβλημάτων και είναι αυτονόητο ότι μέσα σε όλη αυτήν την κατάσταση προσπαθεί όσο μπορεί να μην φορτωθεί με επιπλέον προβλήματα, που είναι συσσωρευμένα από χρόνια. Προβλήματα, τα οποία μας εμποδίζουν να κάνουμε τη δουλειά μας, όπως ξέρουμε να την κάνουμε.

Πώς αντιμετωπίζουν τους ανήλικους πρόσφυγες τα υπόλοιπα παιδιά στο σχολείο;

Οφείλω να το ομολογήσω ότι μέχρι στιγμής δεν είχαμε σοβαρά προβλήματα.  Υπάρχουν βέβαια προκαταλήψεις, φαίνεται ότι τα παιδιά διστάζουν να πλησιάσουν τα ξένα παιδιά, τα οποία κι αυτά με τη σειρά τους κρατάνε απόσταση και κάνουν παρέα κυρίως μεταξύ τους. Δεν λείπουν βέβαια και αρκετά παραδείγματα παιδιών προσφυγόπουλων, τα οποία είναι πιο επικοινωνιακά και έχουν ενταχθεί κανονικά μέσα στο σχολείο και έχουν φίλους και συμμαθητές με τους οποίους κάνουν παρέα και εκτός σχολείου.

Δεν υπάρχουν σοβαρά εμπόδια στην κοινωνικοποίηση των παιδιών αλλά δεν υπάρχει και αυτό που θα ήθελα εγώ από την πλευρά μου να υπάρχει, να υπάρχει δηλαδή από την πλευρά των ντόπιων παιδιών μια μεγαλύτερη πρωτοβουλία από όση ήδη υπάρχει. Πάντως γενικά με τα παιδιά δεν έχουν προκύψει προβλήματα, με γονείς παιδιών μπορεί, αλλά όχι με τα ίδια τα παιδιά, που έχουν καθημερινή επαφή με τα ασυνόδευτα παιδιά στο σχολείο. Η καθημερινή αυτή επικοινωνία εξομαλύνει όλα τα προβλήματα μέσα στον ασφαλή χώρο του σχολείου, ακόμη κι όταν υπάρχουν εντάσεις. Αυτός άλλωστε είναι και ένας από τους ρόλους του σχολείου, να βοηθάει τα παιδιά να διαχειρίζονται τις διαφορετικότητες και τις συγκρούσεις τους μέσα σε ένα ασφαλές περιβάλλον.

Ποιες αλλαγές χρειάζεται να γίνουν ακόμη για την αλλαγή του συστήματος υποδοχής στις σχολικές μονάδες;

Θεσμικά δεν νομίζω ότι χρειάζεται να γίνουν σοβαρές αλλαγές, αλλά ενώ υπάρχει το πλαίσιο δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Το ότι υπάρχει τμήμα υποδοχής που λειτουργεί και όπου το παιδί κάθε μέρα για τρεις ώρες μαθαίνει ελληνικά είναι σημαντικό και είναι κάτι το οποίο πρέπει να παραμείνει. Το άσχημο όμως είναι ότι αυτό το τμήμα υποδοχής ξεκινάει πολύ αργά μέσα στη χρονιά -δεν ξεκινάει ποτέ πριν από το Νοέμβριο και έχει μάλιστα φτάσει να ξεκινήσει μέχρι και το Μάρτιο κάποιες σχολικές χρονιές- οπότε είναι σαν να μην υπάρχει τελικά.

Επίσης, τα παιδιά που πηγαίνουν στο τμήμα υποδοχής είναι σαν να είναι απομονωμένα από το υπόλοιπο σχολείο και αυτό είναι κάτι που πρέπει να το δούμε στην πράξη πώς λειτουργεί. Τα παιδιά θα έπρεπε να παρακολουθούν τρεις ώρες το μάθημα της γλώσσας και όλες τις υπόλοιπες ώρες όλα τα άλλα μαθήματα με το τμήμα τους, έτσι ώστε να μπορούν να εντάσσονται ομαλά. Η λύση θα ήταν να υπάρχει τμήμα υποδοχής όλη τη διάρκεια της ημέρας και ανάλογα με το πρόγραμμα που έχει το παιδί στο κανονικό τμήμα του να μπορεί να μπαινοβγαίνει τρεις ώρες την ημέρα σε αυτό το τμήμα υποδοχής. Κυρίως δηλαδή η διασύνδεση της τάξης υποδοχής με το υπόλοιπο σχολείο.

Εκτός από ανάδοχη εκπαιδευτικός έχετε διατελέσει και συντονίστρια εκπαίδευσης προσφύγων. Ποια χαρακτηριστικά λόγια και εικόνες έχουν χαραχτεί στη μνήμη σας;

Πολύ χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση ενός παιδιού που αναστέναξε και μου είπε: «Μου έλειψε το σχολείο!», όταν κατάλαβε ότι θα ξαναπάει σε κανονικό σχολείο με άλλα παιδιά. Αυτή ήταν μια πολύ σημαντική εικόνα δεδομένου ότι τα παιδιά που ξέρω εγώ θα ήθελαν πάρα πολύ να μην πηγαίνουν στο σχολείο, οπότε αυτό που άκουσα ήταν κάτι απρόσμενο για εμένα.

Επίσης, η εικόνα ενός άλλου παιδιού, στο οποίο προσπαθούσα να πω ότι δεν πειράζει που δεν καταλαβαίνει μερικά πράγματα, γιατί πρέπει να προσπαθήσει να το κάνει για να πάει στην επόμενη τάξη και να πάρει το χαρτί. Και μου απάντησε: «Ναι, κυρία αλλά το σχολείο δεν είναι μόνο για να παίρνεις το χαρτί, στο σχολείο πρέπει να μαθαίνεις πράγματα!». Κάτι που επίσης ήταν απρόσμενο για εμένα να το ακούσω από ένα παιδί 16 ετών.

Χαρακτηριστικό ήταν ακόμη το παράδειγμα ενός εφήβου αγοριού, που με τα πρώτα ελληνικά που έμαθε, ζωγράφισε μια καρδιά κι έγραψε μέσα τη λέξη «Μαμά».

Μια ωραία, χαρούμενη στιγμή ήταν το παράδειγμα του παιδιού μας που είχε σπάσει το πόδι του και όταν γύρισε στο σχολείο μετά το νοσοκομείο για να δώσει εξετάσεις, έτρεξαν κοντά του όλοι οι συμμαθητές του για να τον βοηθήσουν και τον υποδέχτηκαν με χαρά. Ή το παράδειγμα ενός ακόμη παιδιού, που ενώ σχεδίαζε να φύγει με διακινητή, την τελευταία μέρα που θα πήγαινε στο σχολείο, μια Παρασκευή, άφησε κάτω από το θρανίο του ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα προς τους συμμαθητές και στη δασκάλα του, γιατί μόνο το ίδιο γνώριζε ότι θα φύγει. Το γράμμα το βρήκε η δασκάλα τη Δευτέρα το πρωί και το διάβασε μαζί με όλα τα παιδιά.

Και πολλά άλλα παραδείγματα, εξίσου πολύτιμα και συγκινητικά…

Συμμετείχατε στο ντοκιμαντέρ «Η Αγάπη είναι η πιο όμορφη λέξη στα Ελληνικά», που πήρε μέρος στο 24ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, από τις 10-20/3/2022. Μιλήστε μας γι’αυτήν την εμπειρία.

Αυτό το ντοκιμαντέρ προέκυψε μέσα από ένα πρότζεκτ που έγινε με το «National Geographic Society», το οποίο είχε ως θέμα την εκπαίδευση των προσφύγων κυρίως στον καιρό της πανδημίας και με την ευκαιρία αυτή μιλήσαμε για όλη αυτήν την εμπειρία των ασυνόδευτων παιδιών στα ελληνικά σχολεία.

Τα περισσότερα παιδιά που πήραν μέρος στο ντοκιμαντέρ τα νιώθαμε πάρα πολύ δικά μας παιδιά, γιατί είχαμε ζήσει μαζί τους πολλά πράγματα, οπότε για εμένα όλη αυτή η διαδικασία δεν ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία, όσο ήταν για τα υπόλοιπα μέλη των συντελεστών και του συνεργείου, που ήταν η πρώτη φορά που ήρθαν σε επαφή με αυτό το κομμάτι.

Ήταν πολύ μεγάλη χαρά που μπορέσαμε να το μοιραστούμε μαζί τους και στη συνέχεια να το μοιραστούμε και με οποιονδήποτε έχει την ευκαιρία να δει αυτήν την ταινία. Είναι πραγματικά από τις εμπειρίες που σε αλλάζουν, αλλάζουν τον τρόπο που σκέφτεσαι και βλέπεις τα πράγματα και αυτό ευτυχώς μπορέσαμε να το ζήσουμε. Να μαζέψουμε, δηλαδή όλες αυτές τις εμπειρίες που βιώσαμε αυτά τα χρόνια και να τις μοιραστούμε και με άλλους ανθρώπους, με την ελπίδα ότι αυτό θα γίνει βίωμα στον καθένα, ότι τελικά για να είναι κάθε παιδί, κάθε μέρα στο σχολείο, παίζει ρόλο ο καθένας από εμάς. Ο καθένας από εμάς μπορεί να κάνει κάτι. Και αυτό ελπίζουμε ότι σιγά-σιγά θα το καταφέρουμε να το πιστέψουν όλοι.

Κατά πόσο είναι πλέον έτοιμη η ελληνική κοινωνία να αγκαλιάσει αυτά τα παιδιά;

Σίγουρα είναι καλύτερα από ότι ήταν πριν από έξι χρόνια, σίγουρα έχουν γίνει πολλά βήματα. Τα παιδιά που έχουν μπει στα σχολεία και έχουν κάνει συμμαθητές φίλους, έχουν γνωρίσει τους γονείς των συμμαθητών τους, αυτά ήδη έκαναν την περισσότερη δουλειά και νομίζω ότι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας το οποίο ήταν αρχικά επιφυλακτικό, τώρα καταλαβαίνει ότι η ένταξη των παιδιών στην εκπαίδευση είναι αναγκαία.

Αυτοί βέβαια που ήταν εχθρικοί, πιστεύω ότι παραμένουν εχθρικοί και περιμένουν κάπως εκεί στη γωνία να γίνει… η στραβή που λέμε, για να πουν: «Είδατε, που σας τα λέγαμε;». Ωστόσο, είναι πολύ λιγότεροι και αισθάνονται πια ότι έχουν πολύ λιγότερο χώρο για να εκδηλώσουν τη γνώμη τους, οπότε το κλίμα, αν και πολύ αργά, σίγουρα έχει αλλάξει.

Από την άλλη πλευρά, ενώ υπάρχει η αίσθηση ότι πρέπει να πάνε αυτά τα παιδιά στο σχολείο, δεν ξέρω κατά πόσο υπάρχει και η αίσθηση του ότι κι εγώ μπορώ να κάνω κάτι για να πάνε αυτά τα παιδιά στο σχολείο. Δηλαδή περισσότερο θεωρούμε ότι είναι κάτι, το οποίο πρέπει να το φροντίσει κάποιος άλλος, αλλά όχι εγώ. Νομίζω ότι όταν αλλάξει και αυτό, όταν ο καθένας μας δει αυτό το κομμάτι ευθύνης που του αναλογεί, αυτό θα έχει τα καλύτερα αποτελέσματα και θα είναι πολύ πιο εύκολη η ένταξη όλων των παιδιών στο σχολείο.

Όλοι μας είμαστε υπεύθυνοι, έτσι ώστε όλα τα παιδιά να πηγαίνουν στο σχολείο…

Βίκυ Καλοφωτιά

Βίκυ Καλοφωτιά

Η Βίκυ Καλοφωτιά είναι δημοσιογράφος και απόφοιτη του Προγράμματος Σπουδών Δημοσιογραφίας της Γερμανικής Ακαδημίας Δημοσιογραφίας (Deutsche Journalisten Akademie, DJA) αναγνωρισμένη από την Κρατική Υπηρεσία Εξ’αποστάσεως Εκπαίδευσης (Zentralstelle für Fernunterricht, ZFU). Παράλληλα, είναι Πτυχιούχος Δημοσιογραφίας του Κέντρου Ελευθέρων Σπουδών του Ant1, καθώς και του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Επίσης, είναι Κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στην «Εφαρμοσμένη Παιδαγωγική: Διδακτική-Προγράμματα Σπουδών» του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Έχει εργαστεί σε ποικίλες ενημερωτικές ιστοσελίδες και εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας αλλά και τοπικής αυτοδιοίκησης υπογράφοντας συνεντεύξεις και άρθρα με έμφαση σε θέματα κοινωνίας στο ελεύθερο και διεθνές ρεπορτάζ. Συγχρόνως υπήρξε και ραδιοφωνική παραγωγός παρουσιάζοντας δικές της εκπομπές με προσκεκλημένους εκπροσώπους του κοινωνικού, ιατρικού, πολιτιστικού και επιχειρηματικού κλάδου από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Σκοπός της είναι να ταξιδεύουν παντού μέσα από την πένα της και να καταγράφει με την κάμερα, ανθρώπινες ιστορίες, που εμπνέουν και κινητοποιούν. Ταυτόχρονα αναζητά πρωτότυπα θέματα από όλο τον κόσμο επιχειρώντας να δίνει βήμα σε αφανείς -και όχι μόνο- ήρωες της καθημερινότητας.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *