Κουμέττος Κατσιολούδης: Έγραψε τραγούδι για τον 11χρονο από την Ουκρανία που πέρασε τα σύνορα ολομόναχος

Ήταν αρχές Μαρτίου τού 2022, όταν ένα 11χρονο παιδί από την εμπόλεμη Ουκρανία ξεκίνησε ένα ταξίδι, που σήμανε το πρόωρο και ξαφνικό τέλος της παιδικής ανεμελιάς και της ζωής, όπως την γνώριζε μέχρι εκείνη τη στιγμή. Έχοντας στους ώμους του ένα σακίδιο με λιγοστά υπάρχοντα και έναν αριθμό τηλεφώνου γραμμένο με στυλό στο χέρι του, πέρασε ολομόναχο τα σύνορα και μπήκε στη Σλοβακία, προκειμένου να γλιτώσει από τις ρωσικές βόμβες. Αναγκάστηκε να αφήσει πίσω τους γονείς, τη γειτονιά, τους φίλους του.

Αυτό που δεν γνώριζε αυτός ο «αληθινός ήρωας», όπως τον χαρακτήρισαν οι Αρχές της Σλοβακίας και οι εθελοντές που τον παρέλαβαν στο τέλος της διαδρομής, ήταν πως το θάρρος του θα αποτελούσε έναυσμα για να γράψει στίχους στο τραγούδι «Κάποια παιδιά» ένας άνθρωπος που έχει επίσης βιώσει το πώς είναι να εγκαταλείπεις την πατρίδα σου, για να σώσεις ό,τι πολυτιμότερο έχεις. Την ίδια σου τη ζωή.

Ο Κύπριος στιχουργός και εκπαιδευτικός, Κουμέττος Κατσιολούδης, μιλάει για τη δημιουργία του ιδιαίτερου αυτού τραγουδιού, τα παιδιά της προσφυγιάς και τα δικά του ανεξίτηλα χαραγμένα στη μνήμη βιώματα, όταν στην ηλικία των 12 ετών, είπε αντίο στους γονείς του, αφήνοντάς τους πίσω, στον κατεχόμενο Κορμακίτη στην επαρχία Κερύνειας, για να μεταβεί στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου…

Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά

Ήταν κάτι που δουλεύατε στο μυαλό σας για αρκετό καιρό ή μια αυθόρμητη έμπνευση, οι στίχοι για το τραγούδι «Κάποια παιδιά»;

Καταρχάς, σας ευχαριστώ για τη συνέντευξη και σας εύχομαι τα καλύτερα!

Τώρα, στην ερώτηση. Πιστεύω και τα δύο. Θεωρώ πως το «αυθόρμητο» υφίσταται, μονάχα, ως μια χρονική στιγμή πηγαίας έκφρασης μιας μακροχρόνιας, ισόβιας για ν’ ακριβολογώ, δημιουργικής φάσης ζυμώματος εμπειριών. Οι προσλαμβάνουσες τού καθενός μας δημιουργούνται, αδιάκοπα, από τη μέρα που γεννιόμαστε κι αναμφίβολα δεν είμαστε, μόνο, δέκτες, αλλά και πομποί, που εκπέμπουμε τα δικά μας σήματα, τα δικά μας μαρκονίσματα προς τα έξω, διαμέσου μιας δικής μας οπτικής γωνίας, που στη στιχουργική και γενικότερα στην ποίηση/στις τέχνες, όσο πιο οικεία τη νιώθει ο αποδέκτης, τόσο πιο θεραπευτικά δρα και λειτουργεί μέσα του, αλλιώς την απορρίπτει, όπως ο οργανισμός ενός νεφροπαθούς έναν μη συμβατό νεφρό.

Οι στίχοι τού συγκεκριμένου τραγουδιού, λοιπόν, εμπνεύστηκαν από μια φωτογραφία, που κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο, αρχές Μαρτίου τού 2022, μ’ ένα προσφυγόπουλο από τη Ζαπορίζια τής Ουκρανίας να περνάει, μόνο του, τα σύνορα και να μπαίνει στη Σλοβακία, με γραμμένο στο χεράκι του, με στυλό, έναν αριθμό τηλεφώνου.

Κι αυτή η εικόνα ξύπνησε, μέσα μου, δικές μου αιμορραγούσες θύμησες, δικά μου ανεξίτηλα χαραγμένα στη μνήμη βιώματα, όταν το 1987, στην ηλικία των 12 μόλις ετών, εγκατέλειπα τους δικούς μου γονείς στον κατεχόμενο Κορμακίτη, στη σκλαβωμένη από το 1974, λόγω τής Τουρκικής Εισβολής, επαρχία Κερύνειας, για να έρθω στις ελεύθερες περιοχές τής Κύπρου και να συνεχίσω τις σπουδές μου στο γυμνάσιο, μιας και στο κατεχόμενο μαρωνίτικο χωριό μου υπήρχε, μόνο, δημοτικό.

Ποια συναισθήματα κυριαρχούσαν μέσα σας ενόσω το δημιουργούσατε και ποια, κάθε φορά που το ακούτε μετά την κυκλοφορία του;

Τα συναισθήματα είναι ποικίλα, κάθε φορά που το ακούω, αλλά σίγουρα -για το συγκεκριμένο- υπερέχει η χαρά κι η ανακούφιση τής γέννας ενός τραγουδιού, ενός τραγουδιού που συγκινεί και συνάμα προβληματίζει, ενός τραγουδιού απόρροια μιας αγαστής κι εύοσμης σύζευξης: στίχου, μελωδίας κι ερμηνείας.

Κι εδώ θέλω να ευχαριστήσω, από τα βάθη τής καρδιάς μου, την αγαπητή φίλη και συναδέλφισσα, μιας κι είμαστε κι οι δυο μας εκπαιδευτικοί δημοτικής στην Κύπρο, Στέλλα Στυλιανού, για την υπέροχη μελοποίηση κι ερμηνεία των στίχων μου, όπως και τον Νίκο Βλάχο, για την πανέμορφη ενορχήστρωση και το συγκινητικό βίντεο.

Πηγαίνοντας, τώρα, πίσω, στην ώρα τής συγγραφής των συγκεκριμένων στίχων, θα έλεγα πως κυριαρχούσε, μέσα μου, ο αβάσταχτος πόνος και τ’ αδυσώπητα «γιατί», για όσα δραματικά κι επώδυνα, για όσα θλιβερά κι άδικα… βιώνουν αυτά τα παιδιά, τα δικά μας παιδιά… διότι ως άνθρωπος, αλλά κι ως εκπαιδευτικός… μονάχα, έτσι βλέπω όλα τα παιδιά τού κόσμου…

Ποιες σκέψεις μοιράζονται μαζί σας όσοι το ακούν;

Σίγουρα, πολλές είναι οι σκέψεις, που μοιράζονται μαζί μου, αλλά θα επικεντρωθώ στα συναισθήματα, που δημιουργούνται σε όσους ακούνε το τραγούδι. Κι αυτά τα συναισθήματα έχουν να κάνουν με: α) συγκίνηση, για όλα αυτά τα ταλαιπωρημένα κι αδικοχαμένα παιδιά, β) τεράστια απογοήτευση για το πώς λειτουργεί ο κόσμος μας με την άνιση κατανομή τού πλούτου, γ) ατομική ευθύνη κι αίσθημα αλληλεγγύης κι ενσυναίσθησης, για το τι μπορεί να κάνει ο καθένας μας, για ν’ αλλάξουν όλ’ αυτά προς το καλύτερο, προς το δικαιότερο, αλλά επίσης ελλοχεύει δ) κι ένας μέγας θυμός/μια επωάζουσα οργή, που μικρά αγνά παιδάκια πληρώνουν τα γεωπολιτικά και στρατηγικά συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων αυτού του πλανήτη.

Είναι έτοιμη η κοινωνία τη δεδομένη χρονική στιγμή να αγκαλιάσει αυτά τα παιδιά της προσφυγιάς, της ορφάνιας, των δρόμων και της πείνας;

«Έχε τον νου σου στο παιδί, κλείσε την πόρτα με κλειδί… (…) Υπερασπίσου το παιδί, γιατί αν γλιτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα», είχε γράψει -κάποτε- ο Λευτέρης Παπαδόπουλος. Κι αναμφίβολα το μήνυμα έχει να κάνει -πρώτιστα- με το παιδί, μέσα μας, αυτό το παιδί που όσο θα το σώζουμε θα μας σώζει, αυτό το παιδί που ξέρει να νιώθει και ν’ αγκαλιάζει καλύτερα και τα παιδιά όλου του κόσμου, ανεξαρτήτως ονόματος, επιθέτου, θρησκείας, ιθαγένειας, πατρίδας… διότι όπως είχα γράψει πριν κάποια χρόνια, γεννιόμαστε γυμνοί… γυμνοί, κυριολεκτικά… αλλά και μεταφορικά…

Γυμνός

«Το ξέρατε…….

πως γεννήθηκα γυμνός;

Δίχως: όνομα, επίθετο,

ιθαγένεια, θρησκεία, πατρίδα.

Έκανε, απ’ ότι…

-κατόπιν- μου ‘πανε, κρύο…

γι’ αυτό με φάσκιωσαν.

Κι απ’ εκεί… ξεκίνησαν, όλα…».

Κάθε 1η Ιουνίου, γιορτάζουμε την Παγκόσμια Ημέρα Παιδιού και κάθε 20ή Νοεμβρίου την Παγκόσμια Ημέρα Δικαιωμάτων τού Παιδιού, γι’ αυτό οφείλουμε ως κοινωνίες, κράτη, άτομα να θυμόμαστε πως κάθε παιδί έχει, σύμφωνα με τη Σύμβαση τού ΟΗΕ, το αναφαίρετο δικαίωμα:

– Να έρχεται στη ζωή.

– Να μεγαλώνει σε έναν κόσμο χωρίς βία και φτώχεια.

– Να ζει σε έναν κόσμο που να σέβεται και να προστατεύει το φυσικό περιβάλλον.

– Να έχει ελεύθερη πρόσβαση στη γνώση.

– Να έχει ελεύθερο χρόνο και χώρο για να παίζει.

– Να περνάει αρκετό χρόνο με τους γονείς του.

– Να ζει με αθωότητα κι ανεμελιά τα παιδικά του χρόνια.

– Να ζει σ’ έναν κόσμο ανθρώπινο, δίκαιο κι ειρηνικό, έναν κόσμο στον οποίο θα μεγαλώσουν αύριο και τα δικά του παιδιά.

Τα παιδιά μας, λοιπόν, δικαιούνται να ζουν σ’ ένα ειρηνικό, ασφαλές κι υγιές περιβάλλον, για να βιώσουν με αξιοπρέπεια τα παιδικά τους χρόνια. Ένα περιβάλλον στο οποίο δε θα λείπει το καθαρό νερό κι ο καθαρός αέρας, για ν’ αναπνέουν. Ας φροντίσουμε, όλοι μας, λοιπόν, να κάνουμε αυτό το πολύτιμο δώρο στα παιδιά μας, όχι μόνο όταν γιορτάζουμε την Παγκόσμια Μέρα τού Παιδιού, αλλά κάθε στιγμή, κάθε λεπτό, κάθε ώρα.

Τα παιδιά μας έρχονται σ’ αυτόν τον κόσμο, με σκοπό να τον αλλάξουν, να τον κάνουν καλύτερο. Γιατί η ελπίδα πηγάζει από αυτά, γιατί όπως -εύστοχα- αναφέρει κι ο Χαλίλ Γκιμπράν στον Κήπο τού Προφήτη του: «…Τα παιδιά σου δεν είναι παιδιά σου. Δημιουργούνται διαμέσου εσένα, αλλά όχι από σένα. Αν και βρίσκονται μαζί σου, δε σου ανήκουν. Μπορείς να τους δώσεις την αγάπη σου, αλλά όχι τις σκέψεις σου. Αφού ιδέες έχουν δικές τους. Μπορείς να δίνεις μια στέγη στο σώμα τους, αλλά όχι και στις ψυχές τους. Αφού οι ψυχές τους κατοικούν στο σπίτι του αύριο, που εσύ δεν πρόκειται να επισκεφτείς ούτε και στα όνειρά σου. Μπορείς να προσπαθήσεις να τους μοιάσεις, αλλά μη γυρέψεις να τα κάνεις σαν κι εσένα. Αφού η ζωή δεν πάει προς τα πίσω, ούτε ακολουθεί στον δρόμο του το χτες…».

Υπάρχουν ενέργειες που ακόμη δεν έχουν γίνει από την πλευρά των αρμόδιων, έτσι ώστε να είναι πιο ομαλή η προσαρμογή αυτών των παιδιών σε έναν τόπο μακριά από την πατρίδα τους;

Σίγουρα, υπάρχουν πολλά που χρειάζονται και μπορούν να γίνουν για την ομαλή προσαρμογή αυτών των παιδιών, με κυριότερο -πιστεύω- την προσαρμογή τους στην κουλτούρα μας, χωρίς όμως ν’ απεμπολήσουν και να διαγράψουν, πλήρως, τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά τής δικής τους κουλτούρας, μιας και θεωρώ πως στόχος μας δεν πρέπει να είναι η απόλυτη αφομοίωσή τους στον δικό μας πολιτισμό, αλλά η γόνιμη πολιτισμική συνδιαλλαγή, για τον περαιτέρω εμπλουτισμό τού πολιτισμικού χάρτη τού τόπου μας, που ούτως ή άλλως και λόγω γεωγραφικής θέσης αποτελεί, μέσα στους αιώνες, ένα πανέμορφο ψηφιδωτό, ένα πολύχρωμο και πολυδιάστατο συνονθύλευμα διαφόρων πολιτισμών, που πέρασαν από εδώ.

Η πολυπολιτισμικότητα ενός χώρου, θεωρώ πως είναι κι η δύναμή του, φτάνει να υπάρχει αυτοσεβασμός κι αλληλοσεβασμός ή τουλάχιστον ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, διότι κυρίως σήμερα αυτό που κυριαρχεί στον ευρωπαϊκό και στον παγκόσμιο χάρτη είναι οι πολλές μετακινήσεις πληθυσμών για ένα καλύτερο αύριο. Στόχος μας πρέπει να είναι η ειρηνική συνύπαρξη με τους άλλους λαούς, με τις άλλες κουλτούρες, μακριά από φανατισμούς και μισαλλοδοξίες, κάτι που -δυστυχώς- δεν το βλέπω να γίνεται πράξη, δικαιώνοντας μέσα στον χρόνο τον αγαπημένο μου ποιητή Τάσο Λειβαδίτη, όταν έγραφε:

«…Καὶ νὰ ποὺ φτάσαμε ἐδῶ

Χωρὶς ἀποσκευὲς

Μὰ μ᾿ ἕνα τόσο ὡραῖο φεγγάρι

Καὶ ἐγὼ ὀνειρεύτηκα

ἕναν καλύτερο κόσμο

Φτωχὴ ἀνθρωπότητα,

δὲν μπόρεσες

οὔτε ἕνα κεφαλαῖο

νὰ γράψεις ἀκόμα

Σὰ σανίδα ἀπὸ θλιβερὸ ναυάγιο

ταξιδεύει ἡ γηραιά μας ἤπειρος…».

Οφείλουμε, όμως, και να θυμόμαστε και να πορευόμαστε με πυξίδα μας τα λόγια τού νομπελίστα μας Γιώργου Σεφέρη, που είχε γράψει πως «…σ’ αυτό τον κόσμο που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει να αναζητήσουμε τον άνθρωπο όπου κι αν βρίσκεται…» και να σταθούμε αλληλέγγυοι στον πόνο του, ανεξαρτήτως τής θρησκείας του, διότι όπως είχε πει κι ο έξοχος πνευματικός ηγέτης και πολιτικός Μαχάτμα Γκάντι: «Ονομάζω θρησκευόμενο εκείνον που καταλαβαίνει τον πόνο των άλλων…».

Έχετε γράψει πως «όταν αφαιρείτε από ένα παιδί το πείσμα του… μην έχετε παράπονο, που στο μέλλον θα δέχεται -ανέκφραστα- τις ήττες του, μην απορείτε όταν θα πέφτει και δε θα σηκώνεται, όταν θα παραιτείται στη μέση των μαχών του…». Ο 11χρονος πρωταγωνιστής του παραπάνω τραγουδιού είναι η απόδειξη ότι υπάρχουν και γονείς που μεγαλώνουν θαρραλέα παιδιά. Γιατί, όμως κάποιοι άλλοι δεν το καταφέρνουν;

Ζώντας μέσα στην εκπαίδευση, ως δάσκαλος, για 25 χρόνια, θεωρώ πως οι όποιες αποτυχίες είναι οι πέτρες, για να χτίσει κάποιος τις επιτυχίες του, διαμορφώνοντας έναν χαρακτήρα αγωνιστή και μαχητή, κυρίως με αντίπαλο τον ίδιο μας τον εαυτό, διότι όπως είχα γράψει, κάποτε:

«Δεν υπάρχει Ιθάκη.

Ούτε δρόμος.

Εσύ, είσαι η αφετηρία σου.

Εσύ, είσαι η πορεία σου.

Εσύ…

κι ο προορισμός σου».

Σίγουρα, όμως, άλλο επιτυχία κι άλλο ευτυχία. Δυστυχώς, πολλοί γονείς, αλλά κι εκπαιδευτικοί ωθούμε τα παιδιά μας προς την επιτυχία, αδιαφορώντας αν αυτή συμπορεύεται και με την ευτυχία. Η πεισμονή για την επίτευξη ενός στόχου βοηθά κάθε παιδί να μην τα παρατά, εύκολα, και να προσπαθεί ξανά και ξανά για να τον πετύχει.

Ναι, υπάρχουν γονείς που μεγαλώνουν θαρραλέα παιδιά κι άλλοι όχι. Δεν κατακρίνουμε κανέναν, διότι αγνοούμε πολλά για τον κάθε γονιό και τις συνθήκες που μεγάλωσε και μεγαλώνει τα παιδιά του. Η καλή ανατροφή ενός παιδιού είναι πολυδιάστατο εγχείρημα, που θεωρώ πως μόνο αν έχει ως κορωνίδα την ανυστερόβουλη κι αδιάκοπη αγάπη μπορεί να πετύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Στο παρελθόν δημιουργήσατε ένα δίσκο αφιερωμένο στον Νίκο Καββαδία, με στίχους που φέρουν την υπογραφή σας. Το πρώτο του ποίημα είχε δημοσιευτεί τότε, με τον τίτλο «Ο Θάνατος της Παιδούλας». Πώς πιστεύετε ότι μπορεί να αποφευχθεί αυτό για την ψυχή των παιδιών που βιώνουν τη βαρβαρότητα του πολέμου;

Αναφέρεστε στο «Δάκρυ», το ποίημα που ο Νίκος Καββαδίας, το 1928, σε ηλικία μόλις 18 ετών, με το ψευδώνυμο Πέτρος Βαλχάλας, πρωτοδημοσίευσε στο Περιοδικό τής Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας:

Δάκρυ

«Τὸ βράδυ πέθανε ἡ παιδούλα

ποὖχε ἀρρωστήσει τὴν αὐγή.

Ἴσως ἡ ἁγνή της ἡ ψυχούλα

μὲ τ᾿ ἄστρα θέλησε νὰ βγῇ.

Καὶ τώρ᾿ ἀστέρι θἄχει γίνει

τὸν οὐρανὸ γιὰ νὰ ὀμορφήνῃ».

Δυστυχώς, η άτυπη συμφωνία μας με τον όποιο Θεό, να πεθαίνουν πρώτα οι γονείς και μετά τα παιδιά τους, δε φαίνεται να τηρείται μέσα στον χρόνο, με αποτέλεσμα λόγω πολέμων, ασθενειών, φυσικών καταστροφών κλπ., πολλά παιδιά να φεύγουν, νωρίς, από τον κόσμο μας… ίσως, για έναν άλλον καλύτερο και δικαιότερο κόσμο… αφήνοντας, πίσω τους, πολλά αναπάντητα «γιατί», «γιατί», «γιατί»…

Μετά το «Κάποια παιδιά» έχετε ήδη ανακαλύψει το θέμα που θα αποτελέσει έμπνευση για επόμενες δημιουργίες σας;

Όπως έχω πει και στην αρχή, όσα γράφω προϋπάρχουν μέσα μου κι αναμένουν την αφορμή, για να γίνουν νοήματα, συναισθήματα, λέξεις… Αναμένω, λοιπόν…

Σας ευχαριστώ και πάλι για την ευκαιρία που μου δώσατε να μιλήσω για το τραγούδι «Κάποια παιδιά…», αλλά και γενικότερα. Χαιρετώ και τους αναγνώστες κι εύχομαι σε όλους καλό καλοκαίρι και να είναι καλά, όπως κι όσοι αγαπάνε, διότι το να είμαστε, εμείς, καλά δεν επαρκεί, για να είμαστε ευτυχισμένοι• πρέπει να είναι καλά κι όσοι αγαπάμε!

*Πηγή φωτογραφιών (εκτός από 1η, 3η και 6η εντός του κειμένου):
Προσωπικό αρχείο Κουμέττου Κατσιολούδη

Βίκυ Καλοφωτιά

Βίκυ Καλοφωτιά

Η Βίκυ Καλοφωτιά είναι δημοσιογράφος και απόφοιτη του Προγράμματος Σπουδών Δημοσιογραφίας της Γερμανικής Ακαδημίας Δημοσιογραφίας (Deutsche Journalisten Akademie, DJA) αναγνωρισμένη από την Κρατική Υπηρεσία Εξ’αποστάσεως Εκπαίδευσης (Zentralstelle für Fernunterricht, ZFU). Παράλληλα, είναι Πτυχιούχος Δημοσιογραφίας του Κέντρου Ελευθέρων Σπουδών του Ant1, καθώς και του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Επίσης, είναι Κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στην «Εφαρμοσμένη Παιδαγωγική: Διδακτική-Προγράμματα Σπουδών» του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Έχει εργαστεί σε ποικίλες ενημερωτικές ιστοσελίδες και εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας αλλά και τοπικής αυτοδιοίκησης υπογράφοντας συνεντεύξεις και άρθρα με έμφαση σε θέματα κοινωνίας στο ελεύθερο και διεθνές ρεπορτάζ. Συγχρόνως υπήρξε και ραδιοφωνική παραγωγός παρουσιάζοντας δικές της εκπομπές με προσκεκλημένους εκπροσώπους του κοινωνικού, ιατρικού, πολιτιστικού και επιχειρηματικού κλάδου από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Σκοπός της είναι να ταξιδεύουν παντού μέσα από την πένα της και να καταγράφει με την κάμερα, ανθρώπινες ιστορίες, που εμπνέουν και κινητοποιούν. Ταυτόχρονα αναζητά πρωτότυπα θέματα από όλο τον κόσμο επιχειρώντας να δίνει βήμα σε αφανείς -και όχι μόνο- ήρωες της καθημερινότητας.