Της Βίκυς Καλοφωτιά
Η τεράστια έκρηξη στις 4 Αυγούστου 2020 στο λιμάνι της Βηρυτού είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους πάνω από 200 άνθρωποι, να τραυματιστούν άλλοι 6.500 και να καταστραφούν χιλιάδες κτίρια. Λίγο μετά την τραγωδία, 37 ειδικοί σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τα Ηνωμένα Έθνη δημοσίευσαν κοινή δήλωση, καλώντας τη λιβανέζικη κυβέρνηση και τη διεθνή κοινότητα να αποκριθεί με αποτελεσματικό τρόπο στην ανάγκη για δικαιοσύνη και επανορθώσεις.
Ωστόσο οι συγγενείς των θυμάτων δεν έχουν λάβει καμία απάντηση από τους ηγέτες τους σε ό,τι αφορά την παρουσία τόνων νιτρικής αμμωνίας που είχαν αποθηκευτεί χωρίς μέτρα προστασίας στο σημείο της έκρηξης. Οι έρευνες είναι στάσιμες από τα τέλη του 2021, λόγω πολιτικών εμποδίων και δεν έχει δικαστεί ούτε ένας αξιωματούχος.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, με τη διεθνή έρευνα να παρεμποδίζεται, «οι οικογένειες των θυμάτων ζητούν από τη διεθνή κοινότητα να συστήσει μια διεθνή έρευνα υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων». Αυτό ακριβώς ζητήθηκε σήμερα, 3 Αυγούστου 2022, και από ανεξάρτητους ειδικούς του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, καλώντας τη διεθνή κοινότητα να ανοίξει «χωρίς καθυστέρηση» διεθνή έρευνα.
Με αφορμή τη «μαύρη» εκείνη επέτειο, παρατίθεται η συγκλονιστική μαρτυρία μιας επιζήσασας…
Η Joelle Bassoul επέζησε του μεγάλου εμφυλίου πολέμου, που διαδραματίστηκε στο Λίβανο την περίοδο 1975-1990. Ωστόσο, τίποτα δεν συγκρίνεται με αυτά που βίωσε εκείνη την ημέρα, όπως εκμυστηρεύεται η ίδια στο πλαίσιο της συνέντευξης που παραχώρησε στη γερμανική εφημερίδα «Süddeutsche Zeitung».
Μετά από όσα έζησε την 4η Αυγούστου 2020, τίποτα πια δεν θα είναι το ίδιο για την 44χρονη, περιφερειακή διευθύντρια στην οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Διεθνούς Αμνηστίας και αλλοτινής δημοσιογράφου στο πρακτορείο ειδήσεων AFP. Η ζωή της κρεμόταν από ένα πολύ λεπτό σχοινί, όμως σώθηκε, γιατί τις μοιραίες στιγμές βρισκόταν σε διπλανή πόλη, μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά. Επιστρέφοντας, όμως στο σπίτι της στη Βηρυτό, βρήκε τα πάντα γύρω της σωριασμένα σε συντρίμμια.
«Είχα πάει να δω τη μητέρα μου σε διπλανή πόλη, που βρίσκεται μόλις λίγα χιλιόμετρα ανατολικά του λιμανιού», αρχίζει τη συγκλονιστική περιγραφή της και συνεχίζει λέγοντας: «Στην πρώτη έκρηξη, σκεφτήκαμε αμέσως ότι ίσως να πρόκειται για μια έκρηξη βόμβας αυτοκινήτων, όπως συνέβαινε κάθε μέρα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στο Λίβανο. Όταν, όμως ακούστηκε η δεύτερη έκρηξη, κατάλαβα ότι όσα ξέραμε, δεν ήταν τίποτε μπροστά σε αυτό που ακουγόταν εκείνη τη στιγμή.
»Ξαφνικά ο αέρας σταμάτησε, ένα απίστευτο ωστικό κύμα μάς έριξε στο έδαφος. Την αμέσως επόμενη στιγμή, οι τοίχοι και τα παράθυρα κατέρρευσαν και γύρω μας γέμισε παντού σπασμένα γυαλιά. Όλοι οι γείτονες φώναζαν και έτρεχαν πανικόβλητοι στο δρόμο. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε, όλοι φώναζαν. Αυτό που μπορούσαμε πια να δούμε, ήταν ένα τεράστιο σύννεφο κόκκινου καπνού που έμοιαζε με μανιτάρι.
»Η μητέρα μου και εγώ μπήκαμε στο αυτοκίνητο, τα τζάμια του έσπασαν, φοβόμασταν, αλλά θέλαμε να απομακρυνθούμε πάσει θυσία. Ακούγαμε ένα μείγμα κραυγών, σειρήνων και κόρνες που χτυπούσαν μανιασμένα. Μπροστά στα μάτια μας εκτυλίσσονταν σκηνές βγαλμένες από την “Αποκάλυψη”. Λες και είχε έρθει το τέλος του κόσμου. Ίσως τελικά και να είχε έρθει».
Οδηγώντας με χέρια τρεμάμενα, σε κατάσταση πανικού, κάποια στιγμή έφτασε στο σπίτι της, στην εστία του κακού, εκεί όπου συνέβη το μοιραίο. Αυτό που αντίκρισε, δεν έμοιαζε με τίποτε άλλο από ό,τι είχε δει στη ζωή της μέχρι τότε.
«Εκεί όπου μέχρι τότε βρισκόταν το κλιμακοστάσιό μας, ήταν γεμάτο αίμα, η κόρη του γείτονα καθόταν δίπλα στο παράθυρο, όταν έγινε η δεύτερη έκρηξη. Το σώμα της ήταν καλυμμένο από θραύσματα γυαλιού. Το διαμέρισμά μου δεν υπήρχε πια πουθενά. Όλα κατεστραμμένα…», αφηγείται η Joelle Bassoul και όσο περνάει η ώρα, τα λόγια της βγαίνουν με ακόμη μεγαλύτερη ορμή, άλλοτε με θλίψη, άλλοτε με οργή.
«Αμέσως μετά, ήρθε ο άνδρας μου με τα παιδιά που βρίσκονταν επίσης αλλού, όταν γκρεμίστηκαν τα πάντα, και οδηγώντας, πήγαμε στα βουνά για να βρούμε καταφύγιο. Από εκεί βλέπαμε τη Βηρυτό, αλλά από απόσταση ασφαλείας. Τα δύο παιδιά μου, που δεν είχαν βιώσει ποτέ τον πόλεμο, ήταν συγκλονισμένα. Με ρωτούσαν πώς ήταν τώρα το δωμάτιό τους και αν τα παιχνίδια τους ήταν ακόμα εκεί. Προσπάθησα να βρω τις λέξεις να μιλήσω, να τους εξηγήσω τα πάντα, αλλά δεν μπορούσα. Τα είχα χάσει κι εγώ η ίδια και όλα έμοιαζαν ακατανόητα και απίστευτα.
»Σκεφτόμουν, ότι την επόμενη ημέρα ήθελα να πάω στη Βηρυτό, όμως αυτό ήταν αδύνατο. Δεν ήξερα τι να κάνω, δεν ήξερα καμία οικογένεια που να ήταν εκείνες τις στιγμές στη Βηρυτό και να γλίτωσε. Η κατάσταση, όμως ήταν καταστροφική ακόμη και πριν από εκείνη την ολοκληρωτική καταστροφή», μοιράζεται με τον κόσμο που θα διαβάσει όσα συνέβησαν. Όσα της συνέβησαν. Όσα συνέβησαν σε έναν λαό που εδώ και χρόνια παλεύει να χαράξει στο σκοτάδι έστω και μια χαραμάδα ζωής. Μια χαραμάδα ελπίδας.
Όπως φαίνεται, όμως μάλλον… ζητούσε και εξακολουθεί να ζητάει «πολλά», καθώς τα όποια συμφέροντα που ενδεχομένως κρύβονται από πίσω, προτιμούν να επιτρέπουν να διαφεντεύει παντού το σκοτάδι. Όπως φαίνεται τελικά «αυτός ο κόσμος δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ. Καληνύχτα, Κεμάλ…».
Βίκυ Καλοφωτιά
Η Βίκυ Καλοφωτιά είναι δημοσιογράφος και απόφοιτη του Προγράμματος Σπουδών Δημοσιογραφίας της Γερμανικής Ακαδημίας Δημοσιογραφίας (Deutsche Journalisten Akademie, DJA) αναγνωρισμένη από την Κρατική Υπηρεσία Εξ’αποστάσεως Εκπαίδευσης (Zentralstelle für Fernunterricht, ZFU). Παράλληλα, είναι Πτυχιούχος Δημοσιογραφίας του Κέντρου Ελευθέρων Σπουδών του Ant1, καθώς και του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Επίσης, είναι Κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στην «Εφαρμοσμένη Παιδαγωγική: Διδακτική-Προγράμματα Σπουδών» του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Έχει εργαστεί σε ποικίλες ενημερωτικές ιστοσελίδες και εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας αλλά και τοπικής αυτοδιοίκησης υπογράφοντας συνεντεύξεις και άρθρα με έμφαση σε θέματα κοινωνίας στο ελεύθερο και διεθνές ρεπορτάζ. Συγχρόνως υπήρξε και ραδιοφωνική παραγωγός παρουσιάζοντας δικές της εκπομπές με προσκεκλημένους εκπροσώπους του κοινωνικού, ιατρικού, πολιτιστικού και επιχειρηματικού κλάδου από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Σκοπός της είναι να ταξιδεύουν παντού μέσα από την πένα της και να καταγράφει με την κάμερα, ανθρώπινες ιστορίες, που εμπνέουν και κινητοποιούν. Ταυτόχρονα αναζητά πρωτότυπα θέματα από όλο τον κόσμο επιχειρώντας να δίνει βήμα σε αφανείς -και όχι μόνο- ήρωες της καθημερινότητας.