Σε έναν απόμερο δρόμο, κάπου στη νοτιοανατολική Ουκρανία, ένας άνδρας κατεβαίνει από το αυτοκίνητό του φορώντας αλεξίσφαιρο γιλέκο. Μπροστά του σταματάει ένα λευκό βαν, η πλαϊνή πόρτα ανοίγει και αποβιβάζεται ένα χλωμό αγόρι με γυαλιά μυωπίας. Είναι ο 16χρονος Βλάντισλαβ (Βλαντ) Μπούριακ.
Ο άνδρας με το γιλέκο είναι ο πατέρας του. Αγκαλιάζονται για πρώτη φορά μετά από ενενήντα ημέρες, που ο δεκαεξάχρονος πέρασε σε φυλακή στη Ρωσία. «Ήμουν βοηθός στην κουζίνα» λέει, «και έπρεπε να καθαρίζω. Παντού, σε όλο το κτίριο, ακόμη και στα δωμάτια των βασανιστηρίων».
Στις αρχές Απριλίου ο νεαρός είχε προσπαθήσει να διαφύγει από τη Μελιτόπολη, που βρισκόταν ήδη υπό ρωσικό έλεγχο, με κατεύθυνση προς Βορρά, για να βρει τον πατέρα του, που εργαζόταν ως επικεφαλής της τοπικής διοίκησης στη Ζαπορίζια. Εστιατόρια, καταστήματα και φαρμακεία είχαν κλείσει στη Μελιτόπολη, όσοι εγκατέλειψαν την πόλη λένε ότι γίνονταν λεηλασίες στους δρόμους.
Γιατί οι Ρώσοι συνέλαβαν τον Βλάντισλαβ Μπούριακ; Ο πατέρας του, Όλεγκ Μπούριακ, υποστηρίζει ότι ξέρει τους λόγους: «Ήταν ένας πολύτιμος όμηρος», αναφέρει και προσθέτει: «Ετοίμαζαν ανταλλαγή κρατουμένων και ζήτησαν ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Όσο διαρκούσε η έρευνα γι αυτό το πρόσωπο, κανείς δεν πείραζε τον Βλαντ».
Βασανιστήρια στις φυλακές
Μπορεί ο 16χρονος να γλίτωσε τα βασανιστήρια και τη σωματική βία, αλλά δεν συνέβη το ίδιο με άλλους συγκρατούμενους. Ο ίδιος λέει ότι άκουγε τις φωνές τους, μερικές φορές μπορούσε να μιλήσει μαζί τους. Συνήθως αυτό που ζητούσαν οι Ρώσοι ανακριτές ήταν να τους αποκαλύψουν πού έκρυβαν όπλα. Για όποιον δεν μιλούσε, τα βασανιστήρια γίνονταν όλο και χειρότερα.
«Μπήκα σε ένα κελί και είδα έναν άνθρωπο, ματωμένο, να κρέμεται με σύρμα από το ταβάνι», λέει ο νεαρός. «Δίπλα του ήταν ένας κουβάς, επίσης γεμάτος αίμα και δεξιά του καθόταν ένας Ρώσος στρατιώτης που κατέγραφε την ομολογία ατάραχος, σαν να μην συμβαίνει τίποτα…».
Τα βασανιστήρια συνεχίζονταν καθημερινά, πολλές φορές για ώρες ολόκληρες. Ο Βλάντισλαβ Μπούριακ εκτιμά ότι στο χρονικό διάστημα που ήταν και εκείνος κρατούμενος, τουλάχιστον εκατό άνθρωποι θα πρέπει να είχαν υποστεί βασανιστήρια, χτυπήματα με μεταλλικές ράβδους και ρόπαλα, ή ακόμη και ηλεκτροσόκ.
«Έχουν ένα ειδικό μηχάνημα» αποκαλύπτει, «που κάνει ηλεκτροσόκ και μετά το συνδέουν με κάτι σύρματα, σπρώχνουν βελόνες στα νύχια του θύματος και ξανανοίγουν το ρεύμα…» Τελικά ο νεαρός ήταν τυχερός. Μετά από τρεις μήνες αφέθηκε ελεύθερος στο πλαίσιο μίας ανταλλαγής αιχμαλώτων, μετά από χρονοβόρες διαπραγματεύσεις. Αλλά όπως λέει, είναι αδύνατον να βγάλει από το μυαλό του τις κραυγές των ανθρώπων που υπέφεραν από τα βασανιστήρια.
Η τοποθέτηση της οργάνωσης «Human Rights Watch»
Η μαρτυρία του 16χρονου δεν μπορεί να διασταυρωθεί από ανεξάρτητη πηγή. Ταυτίζεται όμως με πολλές άλλες μαρτυρίες κρατουμένων και ανθρωπιστικών οργανώσεων. Η διεθνής μη κυβερνητική οργάνωση «Human Rights Watch» («Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων») κάνει λόγο για βασανισμούς μέχρι θανάτου σε μερικές περιπτώσεις, ενώ έχει καταγράψει και 415 απαγωγές αμάχων από Ρώσους στρατιώτες στη Ζαπορίζια.
Όπως εξηγεί η εκπρόσωπος της οργάνωσης, Γιούλια Γκορμπούνοβα, «δεν υπάρχει καμία δυνατότητα να προστατευθείς. Μπορεί να μην παραβιάζεις την απαγόρευση κυκλοφορίας, να μην συμμετέχεις σε διαδηλώσεις, κι όμως, δεν αποκλείεται να συλληφθείς τυχαία, στο σούπερ-μάρκετ, οπουδήποτε…».
Πηγή: Deutsche Welle