Dr. Alexander Schafigh: Ο Γερμανός οδοντίατρος δίπλα στους πρόσφυγες στη Χίο-«Η Ευρώπη αφήνει την Ελλάδα μόνη της»

«Είναι η πρώτη φορά που μας προσεγγίζει κάποιος από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης και είμαι πολύ ενθουσιασμένος που συνέβη!», είναι κάποιες από τις πρώτες κουβέντες που ανταλλάξαμε, λίγο πριν ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας.

Ο γεννημένος στην γερμανική πόλη Sindelfingen, Dr. Alexander Schafigh, δεν είναι σίγουρα ένας οδοντίατρος που ζει μια ήσυχη και βολεμένη ζωή στη Βόννη, όπου εργάζεται, όταν δεν βρίσκεται δίπλα στους πρόσφυγες στην Ελλάδα. Πριν από αρκετά χρόνια πήρε τη μεγάλη απόφαση που του άλλαξε τη ζωή. Μπήκε στο αεροπλάνο με προορισμό το Κέντρο Ταυτοποίησης και Υποδοχής στη Μόρια της Λέσβου, με σκοπό να απαλλάξει από τον πόνο τους ανθρώπους που διασχίζουν το Αιγαίο σε φουσκωτές βάρκες για να σωθούν. Εκτός κι αν αυτές αναποδογυρίσουν και βρεθούν όλοι έρμαια να παλεύουν ενάντια στη μανία της θάλασσας.

Σήμερα, τρία χρόνια αργότερα, προσφέρει τις ιατρικές υπηρεσίες του αφιλοκερδώς, στον καταυλισμό προσφύγων «Βιάλ» της Χίου. Εκεί, όπου με δικά του έξοδα έφτιαξε από το μηδέν έναν οδοντιατρικό σταθμό σε κοντέινερ, μέσα σε μόλις τέσσερις ημέρες(!) κλείνοντας τα αυτιά του απέναντι σε όσους προσπάθησαν να τον αποτρέψουν.

«Θα ήθελα στο μέλλον να μπορώ να κοιτάξω στα μάτια τα εγγόνια μου, αν κάποτε με ρωτήσουν τι έκανα βλέποντας όλα αυτά, και να τους πω ότι δεν αδιαφόρησα, γυρίζοντας το κεφάλι από την άλλη πλευρά» τον ακούω να λέει σε κάποιο σημείο της κουβέντας μας. Και, όση ώρα αφηγείται την ιστορία του, συνειδητοποιώ ότι έχει ήδη βάλει τα θεμέλια για να πει ακριβώς αυτό και όντως να ισχύει, όταν θα μεγαλώσει το εγγόνι που περιμένει σύντομα να υποδεχτεί στη ζωή του κάνοντάς τον για πρώτη φορά παππού…

Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά

Πώς ξεκίνησε όλη αυτή η ανθρωπιστική σας διαδρομή, παρέχοντας βοήθεια στους πρόσφυγες στην Ελλάδα;

Το 2019 έγινα 50 ετών και σκέφτηκα: «Τι μπορείς να κάνεις ακόμα στη ζωή σου; Απέκτησες παιδιά, έφτιαξες ένα σπίτι, ουσιαστικά έκανες τα πάντα». Λίγο αργότερα, ήταν που διάβασα ένα άρθρο μιας συναδέλφου, που βρισκόταν εκείνο το διάστημα, στη Μόρια. Τότε σκέφτηκα ότι έπρεπε να κάνω το ίδιο. Βέβαια η πρώτη «σπίθα» είχε ξυπνήσει μέσα μου από το 2015, όταν έφτασαν στη Γερμανία οι πρώτοι άνθρωποι από τη Συρία -την εποχή που ειπώθηκε και η περίφημη ρήση της κυρίας Μέρκελ: «Μπορούμε να τα καταφέρουμε».

Τότε ανέλαβα να είμαι ο οδοντίατρος των ανθρώπων αυτών, στην πόλη μου. Ήθελα να το κάνω αυτό, γιατί ο πατέρας μου καταγόταν από την Περσία και ήταν γείτονές μας. Εκείνη την περίοδο ήταν έντονη η λεγόμενη «κουλτούρα καλωσορίσματος» στη Γερμανία, που εκφραζόταν και με την προτροπή: «Ελάτε εδώ, όλοι».

Καθώς, όμως περνούσε ο καιρός, έφτασε κάποια στιγμή που έχασα τελείως από τα μάτια μου όλα αυτά τα θέματα με τους πρόσφυγες και σταδιακά άρχισε να γίνεται όλο και λιγότερη σχετική αναφορά στον Τύπο. Το τελευταίο πράγμα που θυμήθηκα κάποια στιγμή, είναι η εικόνα του πτώματος του μικρού Aylan Kurdi, που ξεβράστηκε στην παραλία του Bodrum, στην προσπάθεια να διασχίσουν με την οικογένειά του το Αιγαίο, μέσα σε μια φουσκωτή βάρκα γεμάτη πρόσφυγες από την Τουρκία. Το παιδί με το μπλε παντελόνι και το κόκκινο πουκάμισο. Τότε ήταν που σκέφτηκα ότι έπρεπε οπωσδήποτε να ξανακάνω κάτι γι’ αυτό.

Ήρθα αμέσως σε επαφή με μια αγγλοαμερικανική οργάνωση που έκανε οδοντιατρική στη Μόρια και είπα αμέσως στη γυναίκα μου, ότι αν χρειαστούν κάποιον εκεί και με ενημερώσουν, θα πάρουμε το πρώτο αεροπλάνο και θα πετάξουμε για εκεί! Και αυτό ακριβώς συνέβη. Τρεις εβδομάδες αργότερα, οι τρεις μας -η γυναίκα μου, η βοηθός μου κι εγώ- ξεκινήσαμε από τη Γερμανία με προορισμό τη Λέσβο και μόλις φτάσαμε εκεί, ξεκινήσαμε κατευθείαν να παρέχουμε οδοντιατρική περίθαλψη στους πρόσφυγες.

Πριν από ένα χρόνο, ιδρύσατε την οργάνωση ανθρωπιστικής βοήθειας «Dental Emergency Team» («Ομάδα Επείγουσας Οδοντιατρικής»). Τι ήταν αυτό που σας έκανε να το πραγματοποιήσετε;

Στη συνέχεια της δράσης που είχα ξεκινήσει, ίδρυσα έναν γερμανικό σύλλογο με το όνομα «Health-Point-Foundation-Support-Germany» και αποκτήσαμε σχετικά γρήγορα 80 οδοντιάτρους στην ομάδα μας, οι οποίοι στη συνέχεια εργάστηκαν επίσης στη Μόρια. Μετά όμως ξέσπασε η μεγάλη φωτιά στο «ΚΥΤ» και ολόκληρος ο οδοντιατρικός σταθμός καταστράφηκε ολοσχερώς, οπότε η αγγλοαμερικανική οργάνωση με την οποία συνεργαζόμασταν, αποφάσισε να φύγει από την Ελλάδα. Εγώ όμως ήθελα να συνεχίσω και έτσι η ομάδα μετονομάστηκε σε «Dental Emergency Team».

Σε δέκα μέρες επέστρεψα στο νησί και έστησα το νέο οδοντιατρείο στο νέο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης προσφύγων «Καρά Τεπέ». Ωστόσο, κάποια στιγμή παρατήρησα ότι η δουλειά στη Λέσβο δεν λειτουργούσε πια όπως πριν, κάτι δεν πήγαινε καλά. Οι διάφορες οργανώσεις λειτουργούσαν πια μεταξύ τους ανταγωνιστικά και όλα κατέληξαν να γίνονται για το χρήμα.

Καθώς, λοιπόν δεν είμαι εγγεγραμμένος ως μόνιμος κάτοικος Ελλάδας -χρειάζομαι πάντα έναν οργανισμό ως συνεργάτη που να είναι αυτός εγγεγραμμένος και με το όνομα του οποίου να μπορώ να εργαστώ- αποφάσισα να τα αφήσω όλα (εξοπλισμό κτλ.) στον συνεργαζόμενο οργανισμό που είχαμε εκεί, για να κάνουμε πλέον εμείς κάτι άλλο. Τότε ήταν που μάθαμε από μια νορβηγική οργάνωση για το project (έργο) της ισπανικής οργάνωσης  βοήθειας «Salvamento Maritimo Humantitario» («SMH») στη Χίο, η οποία παρείχε εκεί ιατρική φροντίδα.

Ο συντονιστής αυτής της οργάνωσης, ο Άκης, είναι πλέον πολύ καλός μου φίλος και είναι αυτός και ο Βασίλης, με τους οποίους μίλησα τότε -τον  Μάιο του 2020- προκειμένου να οργανώσουμε τη δημιουργία οδοντιατρικής μονάδας στον καταυλισμό προσφύγων «Βιάλ». Πέταξα ξανά στο νησί, μαζί με την κόρη μου, και 14 ημέρες αργότερα είχαμε στη διάθεσή μας το πρώτο μας κοντέινερ, έτσι ώστε να μπορούμε να παρέχουμε τις υπηρεσίες μας, και σε 3-4 μέρες φτιάχτηκε ολόκληρη η οδοντιατρική κλινική σε αποκλειστικά δικό μας χώρο.

Η κόρη μου, η Ann Christin, και μια συνάδελφος έμειναν εκεί και οργάνωσαν τα πάντα μέσα σε 4-6 εβδομάδες. Έκτοτε έχουμε συνεχή οδοντιατρική φροντίδα στη Χίο και πλέον είμαστε πάνω από εκατό οδοντίατροι, που πηγαίνουμε εκεί εναλλάξ και κάποιοι από αυτούς εργάζονται μάλιστα σχεδόν κάθε εβδομάδα, βοηθώντας τους πρόσφυγες.

Τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε στη δημιουργία αυτής της οδοντιατρικής μονάδας;

Βασικά δεν μπορώ να πω ότι αντιμετωπίσαμε ιδιαίτερες δυσκολίες. Μας υποδέχτηκαν από την αρχή πολύ φιλικά και με ανοιχτές καρδιές, τόσο από την πλευρά της Ελληνικής Αστυνομίας, όσο και από το προσωπικό ασφαλείας, αλλά και τον διευθυντή του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης «Βιάλ». Στην αρχή μοιραστήκαμε το κοντέινερ με τις Ελληνικές Υγειονομικές Αρχές (ΕΟΔΥ) και μισό χρόνο αργότερα αποκτήσαμε ένα νέο κοντέινερ -χρειάστηκε βέβαια να πληρώσουμε μόνοι μας για την ανακαίνιση- και ακόμα δουλεύουμε σε αυτόν το χώρο.

Μας βοήθησαν στην ανακαίνιση τεχνικοί και εργάτες από τις γύρω περιοχές, απλοί άνθρωποι, που μας στήριξαν χειρωνακτικά στην προσπάθειά μας. Αλλάξαμε το πάτωμα, βάφτηκαν οι τοίχοι, τοποθετήθηκε ηλεκτρολογική εγκατάσταση, όλα είναι καινούρια! Δεν θα ξεχάσω επίσης πόσο μας βοήθησε στη μετακόμιση και το προσωπικό ασφαλείας. Μετέφεραν τα πάντα μόνοι τους και δεν μου επέτρεψαν να αγγίξω τίποτα(!). Είμαι πολύ ευγνώμων σε όλους!

Την πρώτη φορά που μπήκα στο νέο οδοντιατρείο, ήμουν πολύ χαρούμενος και περήφανος που καταφέραμε να το πετύχουμε! Όλα καθαρίζονται, όλα είναι αποστειρωμένα, είναι φωτεινά και ο χώρος είναι αρκετά μεγάλος! Φανταστική αίσθηση! Ήταν πραγματικά υπέροχο το συναίσθημα, όταν ο Άκης μου έδωσε το κλειδί!

Νιώθω την ανάγκη να το ξαναπώ, ότι ειλικρινά δεν έχω κανένα παράπονο, γιατί είχαμε και έχουμε μέχρι σήμερα πάντα μεγάλη βοήθεια, υποστήριξη και συνεργασία από όλες τις Αρχές, σε καθετί που χρειαζόμαστε. Στην ομάδα μου θέλουμε να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, έτσι ώστε να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Δεν μπορώ, για παράδειγμα, να περιθάλπω τους πρόσφυγες αφιλοκερδώς και να μην κάνω το ίδιο και για τον φύλακα του καταυλισμού, σε περίπτωση που με χρειαστεί.

Είμαι εκεί για να βοηθήσω όλους τους ανθρώπους, και μπροστά σε αυτό δεν με νοιάζει καθόλου ποιος είναι αυτός που χρειάζεται τη βοήθειά μου. Δεν κάνω εξαιρέσεις. Δεν με νοιάζει τι φυλή, θρησκεία, καταγωγή, εθνικότητα έχει ο άνθρωπος που με έχει ανάγκη. Όλοι όσοι έρχονται εκεί σε εμένα, λαμβάνουν τις υπηρεσίες μου δωρεάν και αυτό είναι κάτι, που επίσης δημιουργεί μια φιλική διάθεση ανάμεσά μας.

Βρίσκομαι στη Χίο περίπου τέσσερις φορές το χρόνο και μπορώ να πω ότι πλέον ο κόσμος εκεί με γνωρίζει. Αλλά και στη Λέσβο φρόντιζα να έχω καλές σχέσεις με όλους. Θυμάμαι όταν, ανάμεσα στις θεραπείες, μιλούσα και με τον υπεύθυνο ασφαλείας του τομέα μας. Ήξερα για την οικογένειά του και αυτός για τη δική μου. Πάντα χαιρόταν που με έβλεπε!

Ποιος αναλαμβάνει τα έξοδα για τον απαιτούμενο εξοπλισμό και όλα τα απαραίτητα ιατρικά υλικά;

Αυτά τα πληρώνει όλα η Οργάνωσή μας, καθώς τα χρήματα προέρχονται όλα από δωρεές. Δεν υπάρχει κανενός είδους κρατική υποστήριξη, ούτε από ελληνικής, αλλά ούτε κι από γερμανικής πλευράς. Η συγκέντρωση των οικονομικών αυτών πόρων αλλά και όλο το οργανωτικό κομμάτι, είναι κάτι με το οποίο ασχολούμαι ο ίδιος αρκετές ώρες, σε καθημερινή βάση. Προσπαθώ να είμαι ενεργός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γράφω και επικοινωνώ με εταιρείες και πιθανούς χορηγούς και έτσι συγκεντρώνουμε χρήματα και μπορούμε να αγοράσουμε όλα τα υλικά και τον εξοπλισμό. Αρχικά ήταν χρήματα που προέρχονταν μόνο από εμάς και ως ένα σημείο γίνεται μέχρι σήμερα, αλλά δεν μπορούμε πλέον να τα καταφέρουμε μόνοι μας.

Από ποιες χώρες προέρχονται οι πρόσφυγες που καταφθάνουν στο νησί;

Αυτό έχει αλλάξει εν τω μεταξύ εντελώς και είναι κάτι που μεταβάλλεται συνεχώς. Στην αρχή είχαμε ανθρώπους από τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράν. Μετά ήρθαν πολλοί Αφρικανοί (Ερυθραία, Σομαλία), πέρυσι τα Χριστούγεννα είχαμε πολλούς Παλαιστίνιους και προς το παρόν έρχονται πάλι σχεδόν μόνο Αφρικανοί. Στο «Βιάλ» υπάρχει πλέον μόνο μία Σύρια με το παιδί της. Συνολικά οι πρόσφυγες στο νησί είναι 561 και 379 που διαμένουν στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης, όπως δείχνουν και τα πρόσφατα στοιχεία της «Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες» (UNHCR).

Ποιες είναι οι συνθήκες που επικρατούν αυτήν τη στιγμή στο «Βιάλ»;

Δεδομένων των συνθηκών, θα έλεγα ότι είναι σχετικά εντάξει αυτήν τη στιγμή. Αρχικά είχαμε 8.000-9.000 πρόσφυγες  και ήταν όλοι σε σκηνές, τώρα στεγάζονται όλοι σε κοντέινερ. Φυσικά δεν είναι σαν να μένεις σε διαμέρισμα, δεν είναι σαν το σπίτι που ζούμε εσείς κι εγώ, αλλά νομίζω ότι η κατάσταση είναι πολύ καλύτερη από ό,τι ήταν παλιά. Υπάρχει φαγητό για όλους και όλοι έχουν τη δυνατότητα να τους παρέχονται ιατρικές υπηρεσίες. Φυσικά πάντα υπάρχει και το ακόμη καλύτερο, όπως και ακόμη περισσότερα, τα οποία μπορείς να εξασφαλίσεις, για να βοηθήσεις αυτούς τους ανθρώπους.

Έχει αλλάξει κάτι στο χρόνο που χρειάζεται για να ολοκληρωθεί η διαδικασία ταυτοποίησης των προσφύγων;

Ναι, πρόκειται για μια διαδικασία, που εν τω μεταξύ έχει γίνει πλέον σχετικά γρήγορη. Στη Μόρια, για παράδειγμα, είχα ασθενείς που ήταν εκεί για τρία χρόνια. Αυτό, στη Χίο, δεν συμβαίνει πια. Πέρυσι είχα γνωρίσει εκεί έναν Παλαιστίνιο οδοντίατρο, ο οποίος εργαζόταν για εμάς, και μετά από τρεις μήνες κατόρθωσε και πήρε τα χαρτιά του και τώρα είναι στη Γερμανία. Ήταν το δεξί μου χέρι, τα «μάτια και τα αυτιά» μου στον καταυλισμό και ήταν φανταστικά να δουλεύω μαζί του.

Και ποια είναι η κατάσταση όσον αφορά τις παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων και μεταναστών, τα λεγόμενα «Pushbacks»;

Αυτές είναι ιστορίες που ακούμε συχνά, αλλά δεν μπορώ να εκφράσω κάποια άποψη, γιατί δεν έχω δει τίποτα με τα δικά μου μάτια, αλλά ούτε και έχω υπάρξει παρών ο ίδιος σε τέτοια περιστατικά. Η ελληνική κυβέρνηση πάντως υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν. Είμαι κι εγώ ένας από όλους εκείνους που ενημερώνονται μέσω διαφόρων σχετικών δημοσιευμάτων στον Τύπο, αλλά ειλικρινά δεν ξέρω αν όντως συμβαίνουν ή όχι. Η πολιτική δεν είναι δική μου δουλειά, η δική μου δουλειά είναι να βοηθάω τους ανθρώπους.

Αυτό όμως που ξέρω σίγουρα, είναι ότι θα ήθελα στο μέλλον να μπορώ να κοιτάξω στα μάτια στα εγγόνια μου, αν κάποτε με ρωτήσουν τι έκανα για όλα αυτά, και να τους πω: «Προσπάθησα κι έκανα κάτι και δεν αδιαφόρησα, γυρίζοντας το κεφάλι από την άλλη πλευρά». Αυτό είναι που έχει πραγματική αξία για εμένα.

Κάτι αντίστοιχο με την ιστορία που ζήσαμε με τους δικούς μας παππούδες, όταν ήμασταν μικροί και τους ρωτούσαμε «Πώς μπόρεσε ο Χίτλερ να δουλέψει τόσο καιρό και τι ζήσατε εκείνη την περίοδο;» και πάντα απαντούσαν «Δεν γνωρίζαμε τίποτα». Αυτό ακριβώς είναι που δεν θέλω ποτέ να αναγκαστώ να το πω στα δικά μου εγγόνια. Θέλω να τους πω ότι ήμουν ενεργός και βοήθησα τους ανθρώπους.

Φωτ.: Eric Kempson

Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να εξετάζεται η αίτησή του για άσυλο. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να γίνει αποδεκτή κάθε αίτηση για την παραχώρηση ασύλου, αλλά δικαίωμα στη διερεύνηση της περίπτωσής του με νόμιμες διαδικασίες έχουν όλοι. Και ενώ εξετάζεται η αίτησή τους για άσυλο, πρέπει να φερόμαστε σε αυτούς τους ανθρώπους, ανθρώπινα. Το να μην έχεις πόνο, είναι επίσης ανθρώπινο δικαίωμα. Όλοι έχουν δικαίωμα να βοηθηθούν για να μην πονάνε.

Όλοι μιλάμε για την Ευρώπη και την ίδια στιγμή η Ευρώπη αφήνει την Ελλάδα μόνη σε αυτήν την ιστορία με τους πρόσφυγες. Και αυτό δεν είναι δίκαιο. Και γι’ αυτό είναι καθήκον μου ως Ευρωπαίος, αν θέλω να αποκαλώ τον εαυτό μου Ευρωπαίο, να βοηθάω και τα θύματα και να μην στρέφω το κεφάλι στην αντίθετη κατεύθυνση, μόνο και μόνο επειδή είναι κάτι που συμβαίνει στην Ελλάδα και άρα είναι μακριά από εμένα.

Ποιες στιγμές δεν θα ξεχάσετε ποτέ από όλη αυτήν την εμπειρία σας;

Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που βρέθηκα στη Λέσβο και σε περίοδο αιχμής είχαμε πάνω από 25.000 πρόσφυγες. Θυμάμαι τον νεαρό Αφγανό που δούλευε μαζί μας ως οδοντίατρος και επί δέκα ημέρες μάς μιλούσε τα βράδια για την περιπέτεια της φυγής από την πατρίδα του. Δεν θα ξεχάσω ποτέ πώς ήταν να βιώνω από πρώτο χέρι, κάθε βήμα της απόδρασης αυτού του νεαρού άνδρα, για να σώσει τη ζωή του.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ το συναίσθημα όταν στεκόμουν μπροστά από ένα «βουνό» από σωσίβια και τρύπιες φουσκωτές βάρκες στις όχθες όπου έβγαιναν οι πρόσφυγες στη Λέσβο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον άνδρα που κάθισε στην καρέκλα μου στο ιατρείο, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν είχε πονόδοντο, αλλά ήθελε απλώς να μιλήσει σε κάποιον και μου έδειξε τις φωτογραφίες της γυναίκας και των παιδιών του που είχαν πνιγεί στο δρόμο από την Τουρκία για την Ελλάδα.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα ευτυχισμένα πρόσωπα των ανθρώπων, τους οποίους απάλλαξα από τον πόνο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα ωραία δείπνα που είχαμε μερικές φορές ως ομάδα, μετά τη λήξη της βάρδιας μας, όπου περνούσαμε ώρες, συζητώντας με ανθρώπους από τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ισπανία, την Αγγλία και από πολλά διαφορετικά έθνη. Δεν θα ξεχάσω ποτέ, όταν ο Αλί, ένας νεαρός άνδρας από την Καμπούλ, επισκεύασε μια από τις συσκευές του ιατρείου μας, που δεν μπόρεσε να το καταφέρει ούτε ένας ειδικός που είχε έρθει από την Αθήνα και ασχολήθηκε για αρκετή ώρα.

Αντιθέτως, ο Αλί ξεβίδωσε τη συσκευή και μέσα σε δέκα λεπτά κάτι έκανε και λειτούργησε ξανά! Αξίζει να σεβόμαστε αυτούς τους υπέροχους ανθρώπους, που μας επαναφέρουν στην αξία των παλαιότερων αξιών, σε μια κοινωνία που έχει την τάση να πετάει οτιδήποτε παλιό και να το αντικαθιστά αμέσως με το καινούριο.

Αυτές είναι όλες στιγμές ευτυχίας και δεν εξαργυρώνονται ούτε με όλα τα λεφτά του κόσμου! Είναι αυτές οι στιγμές που είναι η αληθινή αμοιβή για όλα όσα κάνουμε εκεί. Όταν επιστρέφω στο σπίτι στη χώρα μου, είμαι τόσο γεμάτος ευτυχία και ικανοποίηση και αυτό αξίζει πολύ περισσότερο. Παίρνω περισσότερα από αυτά που επενδύω. Όλα αυτά μου δίνουν τη δύναμη να συνεχίσω!

Πώς αντιδρούν οι συνάδελφοί σας, η οικογένεια και οι φίλοι σας στη Γερμανία, όταν μαθαίνουν για τη φιλανθρωπική δράση σας;

Τώρα πια είμαι πιο επαγγελματίας και δεν δίνω σημασία στις εξαιρέσεις, όπως έκανα στο παρελθόν. Μου πήρε, όμως χρόνο για να το πετύχω. Όταν επέστρεψα από τη Λέσβο για πρώτη φορά -έμεινα εκεί σχεδόν τέσσερις εβδομάδες- απορροφήθηκα τόσο πολύ από όλη αυτή την ιστορία, που μου ήταν πολύ δύσκολο να επικοινωνήσω με το περιβάλλον μου. Η γυναίκα μου κόντεψε να με χωρίσει, επειδή είχα βυθιστεί σε αυτόν τον κόσμο και σε αυτές τις σκέψεις και θύμωνα με όποιον δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να με καταλάβει. Αυτά που έζησα εκεί, δεν μπορείς να τα περιγράψεις αν δεν τα έχεις βιώσει ο ίδιος. Σκεφθείτε έναν καταυλισμό φτιαγμένο για 3.000 άτομα να γεμίζει με 25.000 άτομα. Κανείς δεν μπορεί να το καταλάβει αυτό.

Ωστόσο, όπως ανέφερα και πριν, πλέον είμαι πιο συγκαταβατικός. Υπάρχουν ορισμένα «τελετουργικά» που εφαρμόζω, για να εγκλιματίζομαι ξανά στο περιβάλλον μου μετά από ένα τέτοιο ταξίδι. Για παράδειγμα, όταν πηγαίνω στον καταυλισμό των προσφύγων, φοράω συγκεκριμένα παπούτσια, τα οποία αφήνω έξω από την πόρτα, όταν γυρίζω στο σπίτι. Με αυτόν τον τρόπο προσπαθώ να μην φέρνω στο σαλόνι του σπιτιού μου αυτά που βλέπω στον καταυλισμό.

Οι γύρω μου με ξέρουν πλέον και οι περισσότερες αντιδράσεις είναι θετικές, αλλά πάντα υπάρχουν και οι αρνητικές. Πάντα υπάρχουν ασθενείς που έρχονται στο ιατρείο μου και δεν καταλαβαίνουν ότι για μια εβδομάδα πρέπει να κλείνω το ιατρείο και να βρίσκομαι στον προσφυγικό καταυλισμό μαζί με την κόρη μου, οπότε λένε: «Βοηθά τους πρόσφυγες, αλλά όχι εμάς! Θα πάμε κάπου αλλού». Ακόμη και ανάμεσα στους συναδέλφους μου υπάρχουν τέτοιες εξαιρέσεις.

Υπάρχουν εκείνοι που με προσβάλλουν και μου λένε: «Μπορείς να πάρεις όλους τους πρόσφυγες και να τους ταΐσεις στο σπίτι σου». Από την άλλη πλευρά υπάρχουν κι εκείνοι που με συγχαίρουν. Θα ήμουν ευτυχής αν μπορούσα να προκαλέσω μεγαλύτερο ενθουσιασμό και να προτρέψω περισσότερους ανθρώπους να κάνουν αυτό που κάνουμε εμείς και να μας υποστηρίξουν.

Από την άλλη, έπρεπε επίσης να μάθω και πώς να τα πηγαίνω καλά στην Ελλάδα, γιατί τα πράγματα δεν είναι όπως στη Γερμανία, όπου όλα είναι δομημένα και ακολουθούν ένα σχέδιο. Οπότε, κάθε φορά που έρχομαι στην Ελλάδα, χρειάζεται και να αυτοσχεδιάζω, να προσαρμόζομαι και να δείχνω ψυχραιμία και μετά όλα αρχίζουν να λειτουργούν.

Τι σχεδιάζετε από εδώ και στο εξής;

Αυτό που προέχει τώρα, είναι το να γίνω παππούς! Η κόρη μου είναι έγκυος και θα γεννήσει περίπου σε δύο εβδομάδες! Μετά ελπίζω να τα καταφέρω να πετάξω ξανά για τη Χίο πριν από τα Χριστούγεννα. Πρέπει να βρίσκομαι εκεί κάθε 3-4 μήνες, για να τσεκάρω τα μηχανήματα, να ταξινομώ εκ νέου την αποθήκη, να βεβαιώνομαι ότι όλα λειτουργούν άψογα και να βλέπω με τι άλλο θα χρειαστεί να εφοδιαστούμε εκ νέου.

Όλα αυτά είναι πράγματα που πρέπει να τα κάνω μόνος μου, γιατί, αν δεν λειτουργούν σωστά όλα, τότε όλοι θα είναι δυσαρεστημένοι, είτε πρόκειται για τους ασθενείς, είτε για τους συνεργάτες μου. Γι’αυτό λέω πάντα στους εθελοντές μου ότι είναι σημαντικό, όσο βρίσκονται εκεί, να αισθάνονται οικοδεσπότες και συγχρόνως να νιώθουν και σαν καλεσμένοι.

*Πηγή φωτογραφιών: Προσωπικό Αρχείο Dr. Alexander Schafigh
(dr-schafigh.com, dental-emt.org)

Βίκυ Καλοφωτιά

Βίκυ Καλοφωτιά

Η Βίκυ Καλοφωτιά είναι δημοσιογράφος και απόφοιτη του Προγράμματος Σπουδών Δημοσιογραφίας της Γερμανικής Ακαδημίας Δημοσιογραφίας (Deutsche Journalisten Akademie, DJA) αναγνωρισμένη από την Κρατική Υπηρεσία Εξ’αποστάσεως Εκπαίδευσης (Zentralstelle für Fernunterricht, ZFU). Παράλληλα, είναι Πτυχιούχος Δημοσιογραφίας του Κέντρου Ελευθέρων Σπουδών του Ant1, καθώς και του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Επίσης, είναι Κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στην «Εφαρμοσμένη Παιδαγωγική: Διδακτική-Προγράμματα Σπουδών» του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Έχει εργαστεί σε ποικίλες ενημερωτικές ιστοσελίδες και εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας αλλά και τοπικής αυτοδιοίκησης υπογράφοντας συνεντεύξεις και άρθρα με έμφαση σε θέματα κοινωνίας στο ελεύθερο και διεθνές ρεπορτάζ. Συγχρόνως υπήρξε και ραδιοφωνική παραγωγός παρουσιάζοντας δικές της εκπομπές με προσκεκλημένους εκπροσώπους του κοινωνικού, ιατρικού, πολιτιστικού και επιχειρηματικού κλάδου από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Σκοπός της είναι να ταξιδεύουν παντού μέσα από την πένα της και να καταγράφει με την κάμερα, ανθρώπινες ιστορίες, που εμπνέουν και κινητοποιούν. Ταυτόχρονα αναζητά πρωτότυπα θέματα από όλο τον κόσμο επιχειρώντας να δίνει βήμα σε αφανείς -και όχι μόνο- ήρωες της καθημερινότητας.